Η Γένεση της Ερμηνευτικής Ομηρολογίας
η Μαία ζούσε κρυμμένη σε ένα σκιερό άντρο
μέσα στα βουνά και τα δάση της Αρκαδίας.
Εκεί γεννήθηκε ο Ερμής!
Συνελήφθηκε στα βάθη της γης,
όχι κάτω από τον ουρανό στο περιπλανώμενο ακινητοποιημένο νησί της Δήλου,
όπως ο Απόλλωνας ο μεγαλύτερος αδελφός του.
Ο θεός περιφρονούσε την σπηλιά της μητέρας του,
που ήταν μια σκοτεινή σιωπηλή σπηλιά καθώς έλεγε.
Αλλά ξάφνου όλα άλλαξαν, όπως στα παραμύθια συμβαίνουν μόνο!
Τα άγονα και υγρά βράχια εξαφανίστηκαν και κάποιος έχτισε κάτω στην Γη
ένα ευρύχωρο παλάτι και ένα πλουσιότατο ναό. Σε τρία κελάρια φυλασσόταν το νέκταρ και η αμβροσία και τα ολόλευκα ενδύματα της Μαίας.
Όλα λοιπόν ήταν διπλά αμφίσημα απατηλά.
Το κάθε τι ήταν ο εαυτός του και το αντίθετο του.
Η σπηλιά συνέπιπτε με το παλάτι, το μικρό με το μεγάλο, το φτωχό με το πλούσιο, το χθόνιο με το ολύμπιο,
το σκοτεινό με το καθάριο,
όπως όλα στο βασίλειο του Ερμή είναι διπλά και αντιθετικά.
Ο θεός συνελήφθη την νύχτα. Ο Ζευς άφησε τον Όλυμπο καθώς η Ήρα κοιμόταν και οι θεοί και οι άνθρωποι ήταν ξαπλωμένοι στις αγκαλιές του ύπνου και έσμιξε κρυφά με την Μαία. Δεν γνωρίζουμε πότε ο άρχων του Ολύμπου έσμιξε με την Λητώ.
Ο Απόλλων μας φανερώνεται στο ύπαιθρο
κάτω από το φως του Ήλιου ή το λυκαυγές.
Αντίθετα ο Ερμής αγαπούσε τα κρυμμένα πράγματα, τα οποία μήτε οι θεοί
μήτε οι άνθρωποι κατορθώνουν να δουν και λάτρευε το μυστικό.
Ο χρόνος του ήταν η νύχτα.
Ήταν μια νύχτα χωρίς τέλος.
Αλλά αυτή δεν ήταν η βαθιά σκιερή νύχτα μέσα στην οποία,
στην αρχή της Ιλιάδος, κατοικεί η ψυχή του Απόλλωνα.
Ο Ερμής προτιμούσε μια σκοτεινιά προστατευτική πανταχού παρούσα και γαλήνια. Γεννήθηκε την αυγή καθώς ο ουρανός άρχιζε να ροδίζει. Ήταν μια φλόγα που έλαμψε όταν ανακάλυψε την φωτιά κλέβοντας ένα κλαράκι δάφνης και ροδιάς
Και θεμελίωσε την θυσία στους θεούς.
Ήταν πάνω απ όλα το βλέμμα του!
Μια κινούμενη αεικίνητη φλόγα γοργή και ζωντανή,
μια διαπεραστική λάμψη που σπιθίριζε στις κόρες των ματιών.
Έβλεπε από μακριά με ένα βλέμμα κοφτερό που όμως δεν είχε την βίαιη και εκτυφλωτική λάμψη του Απόλλωνα.Αμέσως μόλις ανάδινε το φως ο Ερμής έπρεπε να το κρύψει.
Έκρυβε τις σκέψεις, χαμήλωνε τα μάτια έριχνε λοξά και σκοτεινά βλέμματα.
Έτσι μέσα στην ίδια την ημέρα έλαμπε η δόλια και πανούργα λάμψη
φευγαλέα ειρωνική που κρύβεται στην καρδιά της ερμητικής νύχτας.
Ο Ερμής ήρθε στο φως, δίχως ωδίνες δεν γνώρισε την επώδυνη γέννηση του Απόλλωνα.
Ο πόνος τους ήταν ξένος, σχεδόν αγνοούσε την λέξη βάσανα, ταλαιπωρία αγωνία.
Ο Απόλλωνας έπρεπε να υποφέρει, ο Ηρακλής το ίδιο και ο Οδυσσέας,
όχι όμως αυτός που τυλίχθηκε σε ένα πέπλο παιγνιδιού ξεγνοιασιάς και ευθυμίας.
Μόλις γεννήθηκε άφησε την κούνια του.
Είχε μια δύναμη γιγάντια και γνώριζε τα πράγματα διατηρώντας γύρω του
το άρωμα την χάρη και την αίσθηση ενός σκανδιαλάρη παιδιού.
Αλλά και την εμπειρία ενός σοφού ανθρώπου, την οξύνοια την διορατικότητα χωρίς να χάνει την παιδική του αθωότητα.
Οι χριστιανοί μοναχοί διαβεβαιώνουν πως είναι μονότροποι επειδή είχαν και έχουν ένα πρόσωπο και μία μόνο πίστη.
Σε όλη του την ζωή ο Ερμής διδάσκει την αντίθετη τέχνη.
Είναι πολύτροπος είναι επιστήμη του η πολυτροπία
Ο νους του έχει πολλές μορφές πτυχές, και όψεις.
Στρέφεται πάντοτε ελικοειδώς προς όλες τις μεριές
δίχως να κρατάει την μετωπική στάση του Απόλλωνα και του Αχιλλέα.
Εύκαμπτος μεταμορφώνεται ακατάπαυστα σαν το μυαλό ενός ευφυούς ηθοποιού.
Αν η πραγματικότητα είναι πολλαπλή και απρόβλεπτη εκείνος γίνεται πολύμορφος
και πολυσχιδής.
Στον δρόμο ποτέ δεν ακολουθεί την ευθεία αλλά, πηγαίνει μπρος πίσω δεξιά αριστερά.
Ξεστρατίζει αντιστρέφει το βήμα του.
Αγαπά τις καμπύλες τις στροφές του δρόμου γιατί το πνεύμα του
είναι μια στροφή και κανείς δε ξέρει που οδηγεί.
Πολύχρωμος και ποικιλόχρωμος είναι ένας θεός ποικιλομήτης.Ποικίλο είναι το κηλιδωτό δέρμα του ζώου, ένα άρμα μάχης και μεταφοράς, ένα όπλο
μια ασπίδα ένα υφαντό. Ποικίλα ζώνη πρόσφερε η Αφροδίτη στην Ήρα και ένα κόμπο μπερδεμένο δίδαξε η Κίρκη στον Οδυσσέα και ποικίλος είναι ο κυρίαρχος διφορούμενος πολύπλοκος νου του Διός.
Ο Ερμής λοιπόν έχει ένα νου διάστικτο, πολύχρωμο, σπινθηροβόλο, μεταβαλλόμενο γεμάτο μαγεία μυστηριώδη μπερδεμένο και πολύπλοκο.
Μία θεότητα τόσο πολύμορφη και πολύχρωμη με ιδιαίτερη γοητεία.
Είναι ο κύριος του θέλγειν, σαγηνεύειν και ματιάζειν.
Ποιος θα μπορούσε να αντισταθεί στο έντονο βλέμμα του Ερμή;
Ο Οδυσσέας αντλεί την τέχνη αυτή από το αρχέτυπο του τον Ερμή.
Και το αποτέλεσμα είναι πάντα το ίδιο να είναι εύγλωττος
αλλά να ξέρει και σιωπά και να κρύβει τα μυστικά του.
Προέρχεται από τον μεγάλο μεταμορφωτή του κόσμου,
τον Δια που λέξη δεν λέγεται ποτέ γι αυτόν.
Έχουμε όμως την εντύπωση ότι οπουδήποτε κάποιος μαγεύει ή μαγεύεται
είναι πάντα παρόν το βλέμμα του Ερμή, ο οποίος κινεί σιωπηλά το ραβδί του.Για τον Ερμή όλα είναι παιγνίδι.
Δεν σέβεται ούτε τους θεούς, ούτε τους ανθρώπους, ούτε τους θεϊκούς νόμους,
ούτε τους ανθρώπινους.
Έχει τους δικούς του.
Τους αρέσει να παίζει, να παραβιάζει τους νόμους και την τάξη,
να ανατρέπει τον σύμπαν να το αναστατώνει.
Απ΄όλα τα παιγνίδια προτιμά το παιγνίδι της εφεύρεσης.
Μοιάζει με την Αθηνά και τον Ήφαιστο
και τον πλέον ειδικό των τεχνιτών τον Οδυσσέα.
Έχει την ποιότητα του αληθινού τεχνίτη, μια ευφυΐα λεπτή, όλα τεχνάσματα,
το χάρισμα να αναλύει τις πτυχές της πραγματικότητας,
την αντιληπτική αίσθηση της ύλης,
Την σοφία των χεριών, την ικανότητα να εκμεταλλεύεται το απρόβλεπτο, το στιγμιαίο το συμπτωματικό το φευγαλέο.
Έχει το χάρισμα του Καιρού.
Ο νους του μηχανεύεται νέες τεχνικές νέα στρατηγήματα νέα τεχνάσματα.
Μέσα σε λίγες ώρες το νεογέννητο εφεύρε την επτάχορδη λύρα,
ένα ιδιόμορφο τύπο σανδαλιών, την φωτιά την θυσία στους θεούς, την σύριγγα.
Όταν ο Ερμής διάβηκε το κατώφλι της σπηλιά παλάτι,
αντιλήφθηκε πόσο ταπεινή ήταν η κατάσταση του
αφού αν και γιος του Δία δεν κατείχε τίποτα δεν είχε προνόμιο βασίλειο, δεν λάβαινε προσφορές, ήταν ένας παρίας
ενώ ο Απόλλων είχε πάρει δώρο τρία βασίλεια.
Ο Ερμής έπρεπε να κατακτήσει τον κόσμο,, όχι με την δύναμη δεν του ανήκε
αλλά με την οξύνοια τον ανώτερο τύπο απάτης
που για τους Έλληνες είναι η τεχνική ικανότητα.
Στο κατώφλι της σπηλιάς είδε μια χελώνα που συμβολίζει την μήτρα της γυναίκας.
Όπως ταίριαζε στην φαλλική του φύση, η πρώτη εφεύρεση θα ανήκε στο κόσμο του φύλλου. Η χελώνα περπατούσε λικνινομενη σαν γυναίκα επιβλητική
που κουνιόταν με μεγαλοπρέπεια.
Ο Ερμής απήγγειλε ένα στίχο του Ησίοδου και την μετέτρεψε με ιλιγγιώδη ταχύτητα κάτω από την σπινθηροβόλα λάμψη του βλέμματος του στην σημαντικότερη εφεύρεση που επρόκειτο να προσφέρει στον Απόλλωνα.Αμέσως μόλις εφηύρε την λύρα, μηχανεύτηκε ένα τέχνασμα του νου,
έξω από τα συνηθισμένα μπήκε στον κόσμο της ευφυούς απάτης
τον οποίο δεν εγκατέλειψε ποτέ.
Πάντοτε αγαπούσε αυτόν τον δόλο, ο οποίος τον υποχρέωνε να μετακινηθεί να αλλάξει τόπο και τίποτα δεν του άρεσε περισσότερο
από την τέχνη του ταξιδιού με τα φτερά του σώματος και του μυαλού.
Εκείνη την στιγμή έγινε ο άρχοντας των δρόμων.Άφησε την Αρκαδία σε λίγες ώρες και έφθασε στα βουνά της Πιερίας καθώς ο κόσμος τυλιγόταν στις σκιές και είδε τις 50 αγελάδες .
Τις πήρε μακριά μέσα στις αμμώδεις περιοχές, τις μάντρωσε σε ένα στάβλο και ξαναγύρισε την Αρκαδία.
Ποτέ κανένα ταξίδι δεν στάθηκε όσο ξεχωριστό.Δεν ταξίδεψε σε ευθεία γραμμή όπως οι βοσκοί.
Ότι έπιαναν στα χέρια του το αναποδογύριζε.
Είχε μπερδέψει τα ίχνη και τα είχε αντιστρέψει καθώς υποχρέωνε τις αγελάδες να βαδίζουν μπροστά του, πότε γυρνούσε το μπρος πίσω, τα αχνάρια από τις οπλές τους και πότε τις ανάγκαζε να προχωρούν προς τα πίσω κοιτώντας προς το μέρος του.
Κάθε τι ανεστραμμένο και αναπογυρισμένο είχε μια μαγική τελετουργία.
Επιπλέον είχε φτιάξει ένα ζευγάρι τεράστια σανδάλια πλέκοντας λυγαριές και μυρτιές με τά οποία έκανε θεόρατα βήματα.
Όταν ο Απόλλωνας είδε τις πατημασιές, είπε πως δεν έμοιαζαν με αντρικές
ούτε γυναικείες ούτε λύκου ούτε αρκούδας ούτε κενταύρου αλλά έμοιαζαν με ίχνη κάποιου ανήκουστου πλάσματος.
Καθώς οι αγελάδες μηρύκαζαν ο νεαρός θεός δεν έχασε τον καιρό του.
Εφηύρε την φωτιά και την θυσία στους θεούς. Η νύχτα είχε περάσει. Η αυγή πλησίαζε
Πέταξε τα σανδάλια του στον ποταμό, κάλυψε τα ίχνη έσβησε τα κάρβουνα
σκέπασε με άμμο την στάχτη και με ανάλαφρα βήματα αθόρυβα ξαναγύρισε στην σπηλιά τυλιγμένος στις φιασκές του, έσφιγγε την λύρα χελώνα που είχε φτιάξει το πρωί.
Υποκρινόταν το μωρό, όπως είχε υποδυθεί πριν το ρόλο του τεχνίτη και του κλέφτη
μαζί με την μυρωδιά του ανυπεράσπιστου νηπίου.
Όταν ο Απόλλωνας κατάλαβε την κλοπή, διάβηκε οργισμένος το κατώφλι του παλατιού- σπηλιάς Μαίας.
Δύο κόσμοι συναντήθηκαν.Το ακτινοβόλο φως του λαμπρού Ήλιου βρέθηκε σιμά σε μια χλευαστική φλογίτσα που λαμπύριζε μέσα στα σκοτάδια. Μια ευγενική θεότητα του Ολύμπου πλησίασε με περιέργεια και οργή ένα παιγνιδιάρικο πνεύμα άπιαστο
και αντίκρισε τον φίλο των ψευδαισθήσεων και του αναποδογυρίσματος.
Ο θεός του φωτός είδε εκείνον που τον έκλεβε τις ώρες της νύχτας.
Ο Ερμής υποκρίθηκε το μωρό και βυθίστηκε στις μυρωδάτες φιασκές του αφήνοντας τον Απόλλωνα να ερευνήσει γοργά το παλάτι και αρνήθηκε τα πάντα με θεαματική αφοπλιστική αθωότητα λέγοντας πως,
δεν ξέρει τίποτα και δεν μπορούσε με αυτά τα λεπτά ποδαράκια του
να περπατήσει τα σκληρά μονοπάτια της Γης.
Πρότεινε να βεβαιώσει επίσημα στον Δία.
Ο Απόλλωνα χαμογέλασε μπροστά σε αυτό το χαρωπό κουβάρι τα ψέματα.
Τον σήκωσε από την κούνια και άφησε το τρομερό μωρό στο πάτωμα
με δύο οιωνούς ένα φτέρνισμα και μια αναίσχυντο αναιδή αγγελιοφόρο της κοιλιάς του.
Μετά ακολούθησε νέα συνάντηση στον στάβλο που προσπάθησε να τον δέσει με κλαδιά λυγαριάς και πολύπλοκα δεσμά, αλλά δεν είχε αντιληφθεί πως ο Ερμής είναι ένας θεός που δεν μπορούσε να δεθεί, να κλειστεί πουθενά και ξεπερνούσε κάθε όριο που βάζανε οι άλλοι.
Ήταν ο άρχοντας των δεσμών και ότι έκανε προκαλούσε την έκπληξη και ξεπερνούσε κάθε υπολογισμό της λογικής.Ο Απόλλων που έμοιαζε σίγουρος για τον εαυτό του τα είχε χάσει. Ο νους τους ήταν υποταγμένος και παραλυμένος, ποτέ δεν είχε ξαναδεί τόσο μυστηριώδη άνθρωπο ή θεό.
Ένιωθε συνένοχος του μικρότερου αδελφού του.
Δύο βασίλεια πλησίασαν το ένα στο άλλο και αλληλοκατανοήθηκαν για πάντα.Μετά οδηγήθηκαν στον Όλυμπο που ήταν έτοιμη η ζυγαριά της δικαιοσύνης.
Από το πρωί οι θεοί συζητούσαν και σχολίαζαν το γεγονός.
Ο Ζευς ρώτησε με λεπτή ειρωνεία, ποια είναι αυτή «η σπουδαία λεία»
αυτό το μωρό με την εραλδική μορφή.
Ο Απόλλωνα ιστόρησε με κάθε λεπτομέρεια τα γεγονότα.
Όταν ο Ερμής άρχισε να μιλάει είπε αμέσως ένα ψέμα, πως δεν ξέρει να ψεύδεται αλλά ήταν ακριβής και σαφής όταν διηγούνταν την αλήθεια καθώς ψευδόταν.
Δεν είχε μεταφέρει τις αγελάδες σπίτι, τις είχε πάει στον Αλφειό, δεν είχε διαβεί το
κατώφλι, είχε περάσει αόρατος από την κλειδαρότρυπα.
Έμοιαζε με τον Οδυσσέα, όταν διηγούνταν στον Εύμαιο και στην Πηνελόπη ψέματα που έμοιαζαν αληθινά στο πλαίσιο της Οδυσσειακής στρατηγικής του.Και ωστόσο έκλεινε το ματάκι στον Δία, σαν να αμφισβητούσε εκείνο που έλεγε
σαν να ήθελε να φτιάξει μια σχέση συνοχής μαζί του.
Ίσως εκείνη την στιγμή και οι θεοί να κατανόησαν την νέα τέχνη που εφεύρε ο Φτερωτός νεαρός θεός.
Τα λόγια που ήταν συγχρόνως ψεύτικα και αληθινά γιατί έκρυβαν το ψέμα κάτω από την φαινομενική αλήθεια .Ήταν εγκεφαλικά, ελκυστικά, σαγηνευτικά, σοφιστικά γεμάτα εγκεφαλικές επιφυλάξεις και λεπτό χιούμορ.
Η νέα τέχνη του Ερμή ήταν ο λόγος, η συζήτηση, αυτό το δίκοπο πράγμα
που το θείο και τον ανθρώπινο, το αληθινό και το ψεύτικο,
αυτό που είναι ωραιοποιημένο μέχρι τελειότητας και εκείνο που είναι τραχύ και άγρια συνδέονται με τρόπο μοναδικό.
Μόλις ο Ερμής σταμάτησε να μιλάει ο Ζευς γέλασε.
Ο μικρός γιος του, όχι μόνο γελούσε πρόθυμα αλλά προκαλούσε και το γέλιο.
Στην αληθινή και ψεύτικη νηπιακή του φύση και στις πονηριές του,
στην ευφυΐα του υπήρχε κάτι το ακαταμάχητα κωμικό.
Καθώς ο Ζευς τον άκουγε να μιλάει έβλεπε σε αυτόν μια εκδοχή του εαυτού του, την Μήτιν, την πολυμήχανη ευφυΐα, την τέχνη εξαπάτησης που του επέτρεπε να κυριαρχεί στο σύμπαν.
Έτσι εκείνο το πρωί ο Ερμής μπήκε στο Ολύμπιο κόσμο, ο οποίος τον δέχθηκε γελώντας.Δεν ήταν πια ένα θεός επικίνδυνος της τάξης αποτελούσε μέρος της μεγάλης συμπαντικής αρμονίας.
Το πρώτο πρωινό της ζωής του έπιασε στα χέρια του την λύρα που είχε φτιάξει
και αυτοσχεδίασε στίχους.
Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία της ποίησης που ο Ερμής,
τραγούδησε τα τραγούδια που το πνεύμα του ,του υπαγόρευε.Η ερμητική ποίηση γεννήθηκε και πέθανε με τους στίχους εκείνης και της επόμενης μέρας που καθόταν τον Αλφειό ποταμό.
Ο Απόλλων από τα αριστερά του τον άκουγε να τραγουδά για την Γη, την Μνημοσύνη τους θεούς και έργα και την μοίρα. Είχε αφήσει τον κόσμο της κλοπής
και τραγουδούσε την αλήθεια όπως οι Μούσες.
Ο Απόλλων κοντά του χαμογελούσε, ο ήχος μπήκε βαθιά στην ψυχή του και μια γλυκεία επιθυμία τον κυρίεψε.Ενθουσιάστηκε με την νέα ποίηση.
Τι τον μαγνήτισε τόσο βαθιά;
Όχι βεβαίως το περιεχόμενο, γιατί γνώριζε καλύτερα από τον Ερμή
… την Γη, την Μνημοσύνη τους θεούς και έργα και την μοίρα.
Τα νέα ποιήματα ξυπνούσαν στην ψυχή του ήχους
που δεν είχε ακούσει από τις Μούσες.
Όταν τελείωσε το τραγούδι και ο Απόλλωνας, προσπάθησε να προσδιορίσει τις συνέπειες που είχε η νέα ποίηση και ο Ερμής ολοκλήρωσε τις εξηγήσεις του αποδεχόμενος για μια φορά να ερμηνεύσει τον εαυτό του.
Ο Απόλλωνας γνώριζε πολύ καλά την χαρά της μέρα και της νύχτας,
τα ίδια συναισθήματα που αισθάνονται οι ακροατές,
του Δημοδόκου στην Οδύσσεια καθώς εκείνος τραγουδάει τις ιστορίες της Τροίας του Άρη και της Αφροδίτης.
Κάτι άλλο ήταν ολότελα καινούργιο.
Ο Κόσμος του Ερμή ήταν κοντινός με τον κόσμο της Αφροδίτης.
Στα τραγούδια του υπήρχε μια βιαία και ακαταμάχητη ερωτική επιθυμία η οποία έμοιαζε πολλές φορές αγιάτρευτη. Ο Απόλλωνας διαπίστωσε με έκπληξη την ορμή αυτού του πάθους που γεννιόταν από το πνεύμα ενός θεού που έπαιζε με το πάθος
με ένα ποικιλόχρωμα και πολύπλοκο νου που αντηχούσαν στους στίχους που τραγουδούσε και τις χορδές της λύρας του.Μετά από αυτή την επίδειξη δεν ξανατραγούδησε πια.
Η ποίηση έχασε ένα από τα πιο ψηλά σύμβολα της.
Είχε φθάσει σε μια περιοχή διαφορετική από την δική του. Το να τραγουδάει σαν αοιδός ή να ασκεί μαντεία
δεν θα ήταν κάτι που ταίριαζε στον αρχηγό των κλεφτών και των ψευτών.
Έτσι έγινε η διανομή των ρόλων σε μια αγαστή συμφωνία, οι δυο θεοί λες και δεν συγκρούστηκαν ποτέ για τα προνομία τους ο Ερμής παραχώρησε την επτάχορδη λύρα τους και την ώρα που την παραχωρούσε του έδωσε ένα μάθημα ερμητικό.
Του έδειξε την ελαφρότητα του χεριού μια χάρη, την οποία ο Απόλλων δεν κατείχε προηγουμένως.Από εκείνη την στιγμή άρχισε η σιωπή του Ερμή, η απόλυτη, αδιάκοπη σιωπή εκείνης της μυστηριώδους φωνής και πνευματώδους φωνής για την οποία νιώθουμε μια νοσταλγική ανάμνηση λες και σώπασε το πιο μυστικό, το πιο εντυπωσιακό κομμάτι του κόσμου.
Ενώ χιλιάδες ποιητές επικαλούνται τον Απόλλωνα και τις μούσες ξεχνούν τον Ερμή.
Αλλά ο Ερμητικός θεός δεν είχε ανάγκη να εμφανίζεται, εφ όσον χωρίς να φαίνεται εισχώρησε βαθιά στην ποίηση του Απόλλωνα φθάνοντας μέχρι την ψυχή του.Στους επικούς ποιητές δίδαξε ότι όλα όσα τραγουδούσαν ήταν θελκτήρια παιγνίδια γητείας όμοια με την φωνή που μάγευε.
Στον Πίνδαρο δίδαξε πως δεν μπορεί να συνταχθεί ποίηση, δίχως την ποικιλία την ποικιλόχρωμη τέχνη του, δίχως να κεντήσει με διαφορετικά χρώματα,
να πλέξει και να συνδυάσει τα θέματα, δίχως να δημιουργήσει ύφος και στυλ,
να λάμψει, δίχως γοργότατα περάσματα.
Ερωτευμένοι με την αντίθεση με την κοφτερή και καθαρότατη δύναμη του νου,
να την φέρουν ως τα ακρότατα όρια οι Έλληνες γνώριζαν ότι κάθε αντίθεση αφού εξαντλήσει την δύναμη της
πρέπει να μετουσιωθεί σε μια πιο υψηλά συμφιλίωση.Ανάμεσα στον Ερμή και τον Απόλλωνα η οριστική συμφιλίωση και αρμονία επέρχονται στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια.
Η Ιλιάδα αρχίζει με την νύχτα και τον θάνατο που φέρνει ο Απόλλωνας θεός
και κλείνει με το Ταξίδι του Ερμή που συνοδεύει τον Πρίαμο στην σκηνή του Αχιλλέα
καλώντας τους ανθρώπους και τους θεούς, τους Έλληνες και τους Τρώες να συναντηθούν.
Στην Οδύσσεια ο πολύτροπος Οδυσσέας, δισέγγονος του Ερμή
με τον ίδιο πολύμορφο και πολύχρωμο νου θριαμβεύει κατά των μνηστήρων
στην διάρκεια της γιορτής του Απόλλωνα με το Τόξο ίδιο με την λύρα του,
που του είχε χαρίσει ο Εύρυτος.Ο Ερμής δώρισε την λύρα στον Απόλλωνα και έλαβε σε αντάλλαγμα τμήματα του κόσμου, ένα μαστίγιο, ένα χρυσό κηρύκειο μια προστασία των βοσκών και των κοπαδιών μια μαντική δευτέρας τάξης, εκείνη που ασκείται μέσω μελισσών και που δεν αποκαλύπτει την βούληση του Δια
και ήταν πάντα εδώ και εκεί και αλλού ένα θεός, χωρίς μόνιμη κατοικία.
Έτσι λίγο λίγο διεισδύοντας παντού, έγινε ο θεός των σχέσεων
εκείνος που έκανε τις διάφορες πτυχές του σύμπαντος να προσεγγίζουν η μια την άλλη.
‘Επλεξε φιλίες, έφερε κοντά τα πράγματα τα απομακρυσμένα, ύφανε συγγένειες πάντα έτοιμος να εγκαθιδρύσει αναλογίες σε μακρινά πράματα έγινε το κλειδί για όλα.Συντρόφευε τις ψυχές των νεκρών στον Άδη και αυτές που επέστρεφαν, επέβλεπε τα σταυροδρόμια τις πύλες της πόλης τα σπίτια των ανθρώπων, τις θυσίες στους θεούς, έγινε ο θεός του ταξιδιού του εμπορίου, της γλώσσα της μνήμης της αστρονομίας, της έρευνας, της ερμηνείας της ετυμολογίας της φιλολογικής κριτικής ακόμη και θεός των δούλων.
¨Ο Ζευς τον ονόμασε μαντατοφόρο του.
Χάρη στα γοργά φτερά του ολάκερος ο κόσμος έγινε ένα σύμπλεγμα σχέσεων.
Όλα τα πράγματα αντηχούσαν το ένα μέσα στο άλλο και εκείνος έσπευδε να ερμηνεύσει όλα μαζί με το ευμετάβλητο δίχτυ που τα περιέβαλλε.
Ποιος θυμόταν πλέον την σκοτεινή σπηλιά της Αρκαδίας;
Τώρα είχε ένα πλουσιότατο ναό και πλήθος πιστών,κλέφτες, έμποροι, λωποδύτες, αγύρτες, κριτικοί, στωικοί, σοφιστές, νεοπλατωνικοί, ουμανιστές αλχημιστές και οι πατέρες της εκκλησίας συγκεντρωνόταν να λατρεύουν τον ύψιστο γνώστη
άρχοντα των μυστικών πραγμάτων και θεό.
Απέναντι στους ανθρώπους κράτησε πάντα μια ιδιαίτερη στάση. Δεν μιμήθηκε τον Απόλλωνα. Δεν ασκούσε τρόμο, ήταν κοντά στον κόσμο, τους συντρόφευε βοηθός οδηγός αρωγός.
Κατέβαινε από τον Όλυμπο με το αγαπημένο του προσωπείο νεαρός χαριτωμένος πρίγκιπας με μια γλυκεία χάρη που κανείς δεν θα περίμενε από τέτοιο σκωπτικό πνεύμα.
Κάποτε περνούσε το όριο που χωρίζει τους ανθρώπους με τους θεούς.
Τότε καταλάβαινε τον κίνδυνο και τραβιόταν πίσω υπακούοντας στην ηθική του Ολύμπου. Ακόμη και ο Προμηθέας είχε κάτι κοινό μαζί του
παραδεχόμενος ότι είχε αγαπήσει υπερβολικά τους ανθρώπους!
Πιέτρο Τσιτάτι.
Η πολύχρωμη σκέψη του Οδυσσέα
Ε. Ο πολύτροπος λόγιος θεός
Την λύρα ο Ερμής, ο κύριος του Λόγου και την χάρισε στον Απόλλωνα, τον κύριο του Τόξου, έτσι ο λόγος όταν δεν είναι ράβδος και σπαθί γίνεται μουσική
κατακτώντας παραδεισιένιες κορυφές στου ομηρικού σκοπού την αποστολή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αν η γνώση δημιουργεί προβλήματα,
η άγνοια αναμφίβολα δεν μπορεί να τα λύσει